Το Χειμερινό Ηλιοστάσιο είναι όρος της αστρονομίας που χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει μία συγκεκριμένη στιγμή του έτους, όταν ο ήλιος βρίσκεται στη μεγαλύτερη δυνατή απόσταση νοτίως του ισημερινού.
Ο ίδιος όρος χρησιμοποιείται και για να χαρακτηρίσει το αντίστοιχο σημείο από τη μεγαλύτερη δυνατή απόκλιση της εκλειπτικής από τον ουράνιο ισημερινό.
Το χειμερινό ηλιοστάσιο συμβαίνει κάθε χρόνο στο Βόρειο Ημισφαίριο της Γης στις 21 ή 22 Δεκεμβρίου, οπότε παρατηρείται η μικρότερη ημέρα του χρόνου και ορίζεται ως η επίσημη έναρξη του χειμώνα το λεγόμενο Χειμερινό Ηλιοστάσιο.
Αντίστροφα, στο Νότιο Ημισφαίριο παρατηρείται η μεγαλύτερη ημέρα του χρόνου και ορίζεται ως η επίσημη έναρξη του καλοκαιριού, το λεγόμενο Θερινό Ηλιοστάσιο.
Ηλιοστάσιο ονομάζεται η χρονική στιγμή κατά την οποία ο άξονας της Γης εμφανίζεται στραμμένος όσο περισσότερο προς ή μακριά από τον Ήλιο συμβαίνει κατά την ετήσια τροχιά της Γης γύρω από αυτόν. Αυτό ισοδυναμεί με τον Ήλιο να βρίσκεται στο βορειότερο ή στο νοτιότερο σημείο του ουρανού που βρίσκεται το μεσημέρι, όπως εμφανίζεται σε εμάς πάνω στην επιφάνεια της Γης.
Η λέξη προέρχεται από το «ήλιος» και το «στέκομαι» - «στάση» επειδή κοντά στα ηλιοστάσια (λίγες ημέρες πριν ή μετά) ο Ήλιος φαίνεται να επιβραδύνει τη φαινομενική κίνησή του προς τα βόρεια ή προς τα νότια (κίνηση στην απόκλιση), μέχρι που την ημέρα του ηλιοστασίου αυτή η κίνηση μηδενίζεται και αντιστρέφεται.
Εξίσου σωστό ετυμολογικά είναι και το συνώνυμο «ηλιοτρόπιο». Με την ευρύτερη σημασία, ο όρος «ηλιοστάσιο» σημαίνει και την ημέρα που παρατηρείται αυτό το φαινόμενο, δύο φορές τον χρόνο, τον Ιούνιο και τον Δεκέμβριο.
Τα ηλιοστάσια, όπως και οι ισημερίες, συνδέονται αναπόσπαστα με τις εποχές του έτους.
Η αιτία της υπάρξεως των εποχών του έτους είναι ότι ο άξονας περιστροφής της Γης γύρω από τον εαυτό της δεν είναι κάθετος στο επίπεδο της περιφοράς της γύρω από τον Ήλιο, αλλά (στα χρόνια μας) σχηματίζει μία γωνία περίπου 23° 26΄ (αποκαλούμενη λόξωση της εκλειπτικής), ενώ ταυτόχρονα ο άξονας κρατά την ίδια διεύθυνση στον χώρο.
Ως αποτέλεσμα, τη μισή χρονιά (από τις 20 Μαρτίου ή 21 Μαρτίου ως τις 22 Σεπτεμβρίου ή 23 Σεπτεμβρίου) το βόρειο ημισφαίριο «γέρνει» προς τον Ήλιο, με το μέγιστο περί τις 21 Ιουνίου, ενώ την άλλη μισή χρονιά το νότιο ημισφαίριο είναι αυτό που «βλέπει» περισσότερο ήλιο, με το μέγιστο περί τις 21 Δεκεμβρίου.
Οι δύο στιγμές των μεγίστων αυτών είναι τα ηλιοστάσια.
Βόρειο ημισφαίριο: Κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο ο Ήλιος εμφανίζεται να περνά ακριβώς από το ζενίθ το μεσημέρι σε τόπους που βρίσκονται σε γεωγραφικό πλάτος 23° 26΄ Βόρειο (ισοδύναμα: πάνω στον Τροπικό του Καρκίνου).
Νότιο ημισφαίριο: Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει κατά το νότιο ηλιοστάσιο σε τόπους που βρίσκονται σε γεωγραφικό πλάτος 23° 26΄ Νότιο (ισοδύναμα: πάνω στον Τροπικό του Αιγόκερω).
Οι τόποι της Γης ανάμεσα σε αυτά τα δύο πλάτη βρίσκονται στην Τροπική ζώνη και μπορούν να δουν τον Ήλιο να περνά από το ζενίθ δύο ημέρες κάθε χρόνο.
Με λίγα λόγια, όταν ο ήλιος βρεθεί στον Τροπικό του Αιγόκερου στης 21 Δεκεμβρίου, θα έχουμε την μικρότερη μέρα του έτους στο βόρειο ημισφαίριο, δηλαδή θα έχουμε το χειμερινό ηλιοστάσιο.
Για το Νότιο ημισφαίριο θα συμβαίνει το αντίθετο και θα έχει την μεγαλύτερη μέρα του έτους, δηλαδή θερινό ηλιοστάσιο.
Όταν στις 21 Ιουνίου ο ήλιος βρεθεί στον Τροπικό του καρκίνου το φαινόμενο αντιστρέφεται για τα δύο ημισφαίρια και για το βόρειο θα έχουμε την μεγαλύτερη μέρα του έτους και το θερινό ηλιοστάσιο.
Το Χειμερινό Ηλιοστάσιο στη Λαογραφία
Οι Ρωμαίοι στις 25 Δεκεμβρίου γιόρταζαν τα Βρουμάλια (Brumalia < bruma = η τροπή του Ηλίου), που ήταν αφιερωμένα στη μικρότερη ημέρα του χρόνου και στα γενέθλια του Μίθρα, του ανίκητου Ήλιου (Dies Natalis Solis Invicti), που είχε καθιερωθεί επί αυτοκράτορα Αυρηλιανού το 275.
Νωρίτερα, οι Ρωμαίοι γιόρταζαν τα Σατουρνάλια (17-23 Δεκεμβρίου), όπου επικρατούσε κλίμα γενικής ευφορίας και ανταλλάσσονταν δώρα. Και οι δύο αυτές γιορτές είχαν αναφορές στα αρχαιοελληνικά Κρόνια.
Στα βυζαντινά χρόνια τα Βρουμάλια διαρκούσαν από τις 24 Δεκεμβρίου έως τις 17 Ιανουαρίου. Τις ημέρες αυτές οι αυτοκράτορες προσέφεραν δώρα στους συγγενείς τους φίλους και στο προσωπικό των ανακτόρων. Η Σύνοδος της Ρώμης το 743 κατάργησε τις γιορτές, θεωρώντας τες ειδωλολατρικές. Οι Χριστιανοί ήδη από τον έκτο αιώνα γιόρταζαν στις 25 Δεκεμβρίου αντί του Μίθρα τον «Ήλιο της Δικαιοσύνης» Ιησού Χριστό και τη γέννησή του.
Οι αγγλοσαξωνικοί λαοί τιμούσαν το χειμερινό ηλιοστάσιο με παγανιστικές ηλιολατρικές γιορτές, όπως το άναμμα φωτιάς (Yule Log), για να χαιρετίσουν την επάνοδο του ήλιου στο βόρειο ημισφαίριο.
Ένα ενδιαφέρον εθιμικό δρώμενο του χειμερινού ηλιοστασίου τηρείται μέχρι σήμερα στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας. Οι συμμετέχοντες χωρίζονται σε δύο ομάδες, στους Καθαρούς και τους Ακάθαρτους.
Οι Καθαροί, ντυμένοι με την τοπική ενδυμασία -σκουροπράσινο σακάκι και μαύρο δερμάτινο παντελόνι- φορούν στο κεφάλι ένα είδος ψεύτικης κόμμωσης σε διάφορα σχήματα, που πολλές φορές φτάνει σε ύψος τα τρία μέτρα και σε βάρος τα είκοσι πέντε κιλά!
Οι Ακάθαρτοι φορούν προβιές και στα πρόσωπά έχουν άγριες μάσκες. Η γιορτή αυτή, κατά την παράδοση, έλκει την καταγωγή της από τη λατρεία της τευτονικής θεάς της γονιμότητας Πέρτχα ή Πέρχθα.
Παλαιότερα συνηθιζόταν την ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου να τοποθετείται στο αναμμένο τζάκι ένα αρκετά μεγάλο ξύλο, που ονομαζόταν μαμμή ή μπάμπω.
Δεν είναι λοιπόν καθόλου παράξενο που ο Ήλιος λατρεύτηκε από τους αρχαίους σαν θεός, μια που γι' αυτούς ο Ήλιος ήταν ο δημιουργός των εποχών του έτους και του κύκλου των φαινομένων και των εναλλαγών που σχετίζονται με αυτές, από τη σπορά ως τη βλάστηση και από την ανθοφορία ως τη συγκομιδή. Οι Αιγύπτιοι τον ονόμασαν Ρα, Ατόν, ή και Όσιρη ακόμη. Οι Βαβυλώνιοι τον αποκαλούσαν Σαμάχ, Βαάλ, Μαρδούκ και Νεργκάλ. Οι Ινδοί Βράχμα και Βισνού. Και οι Πέρσες Μίθρα. Για τους αρχαίους Έλληνες, κατά περιστάσεις, ήταν ο Δίας ή ο Πλούτων, ο Βάκχος, ο Διόνυσος, ή και ο Φοίβος Απόλλων. Ανεξάρτητα όμως από την ονομασία που του δόθηκε, όλοι ανεξαιρέτως οι λαοί καθιέρωσαν προς τιμή του Ήλιου, περίφημες και πολλές γιορτές, ιδιαίτερα στις περιόδους των εναλλαγών από τη μια εποχή στην άλλη.
Οι μεγαλύτερες από τις γιορτές αυτές γίνονταν σε όλες τις χώρες και τις φυλές στην εποχή του χειμερινού ηλιοστασίου, στις 25 Δεκεμβρίου. Ήταν η γιορτή της γέννησης του Ήλιου, και όχι αδικαιολόγητα. Γιατί όσο ο χειμώνας πλησίαζε και ο Ήλιος του μεσημεριού φαινόταν όλο και πιο χαμηλά στον ορίζοντα, τόσο και οι μέρες μίκραιναν και το κρύο αυξανόταν. Ήταν η σκληρή εποχή για τον άνθρωπο με τις πολύ μικρές ημέρες και τις ατέλειωτες νύχτες. Οι φροντίδες πολλαπλασιάζονταν, οι ανησυχίες μεγάλωναν και ένα αόριστο συναίσθημα φόβου καταλάμβανε τον αρχαίο άνθρωπο με τα ανύπαρκτα σχεδόν αμυντικά του μέσα και τις περιορισμένες πηγές διατροφής.
Γι' αυτό αναπέμπονταν προσευχές και ιερές παρακλήσεις, ανάβονταν φωτιές και προσφέρονταν θυσίες προς τον θεό Ήλιο, για να μη χαθεί οριστικά από τον ορίζοντα. Και πράγματι: μετά από μικρό δισταγμό, ο θεός ενέδιδε. Στο κατώτατο σημείο του, στον αστερισμό του Αιγόκερου, στις πύλες του Ήλιου όπως τον ονόμαζαν οι Χαλδαίοι, «άλλαζε» απόφαση, άρχιζε να σκαρφαλώνει και πάλι προς τα πάνω, και οι μέρες μεγάλωναν. Μια νέα τάξη πραγμάτων θα έμπαινε και πάλι, ωραία όπως και στα προηγούμενα χρόνια, οπότε η Γη θα ανθοφορούσε ξανά χάρη στις ζωογόνες ακτίνες του Ήλιου. Δεν είναι λοιπόν καθόλου παράξενο το γεγονός ότι οι αρχαίοι λαοί γιόρταζαν ιδιαίτερα τις μέρες αυτές του χειμερινού ηλιοστασίου. Και αυτή την παράδοση των αρχαίων λαών συνέχισαν οι Έλληνες με τα Κρόνια, και ιδιαίτερα οι Ρωμαίοι με τα Σατουρνάλια και τα Βρουμάλια και την κεντρική γιορτή της 25ης Δεκεμβρίου "Dies Natalis Invicti Solis", δηλαδή την «Ημέρα της Γέννησης του Αήττητου Ήλιου».
Τα Σατουρνάλια ήταν η αρχαιότερη γιορτή των Ρωμαίων και την απέδιδαν στον Ρωμύλο ή στους Πελασγούς. Ξεχώρισε όμως από τις άλλες αγροτικές γιορτές τους το 217 π.Χ. Οι γιορτές αυτές έπαιρναν πανηγυρικό χαρακτήρα και είχαν κατακτήσει ολόκληρο τον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Άρχιζαν με τα Βρουμάλια από τις 24 Νοεμβρίου έως τις 17 Δεκεμβρίου και ακολουθούσαν τα Σατουρνάλια από τις 18 έως τις 24 Δεκεμβρίου. Κατά την κεντρική ημέρα της γιορτής του «αήττητου ηλίου» στις 25 Δεκεμβρίου, εορταζόταν το γεγονός της τροπής του Ηλίου, που άρχιζε και πάλι να ανεβαίνει στον ουρανό, να μεγαλώνουν οι ημέρες, και μαζί τους οι ζωογόνες ακτίνες του Ηλίου ξανάκαναν τη Γη να καρποφορήσει. Την 1η Ιανουαρίου γιορτάζονταν οι Καλένδες, στις 3 τα Βότα, στις 4 τα Λορεντάλια και στις 7 Ιανουαρίου τελείωνε η περίοδος αυτή των εορτών.
Επειδή λοιπόν οι πρώτοι χριστιανοί ήσαν εκτός νόμου στη Ρώμη, και δεν τους επιτρεπόταν να συναντιούνται ή να εκκλησιάζονται μαζί, οι συναντήσεις τους γίνονταν κρυφά και σε μικρές ομάδες στις κατακόμβες τους, όπου και τελούσαν τις θρησκευτικές τους εορτές. Για να αποφύγουν, λοιπόν, τους διωγμούς, αποφάσισαν να γιορτάζουν τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου, όταν οι Ρωμαίοι ήσαν απασχολημένοι με τις δικές τους γιορτές των Σατουρναλίων. Μ’ αυτόν τον τρόπο ήλπιζαν να μην ανακαλυφθούν από τους εορτάζοντες Ρωμαίους.
Θα αναρωτιέστε, όμως, γιατί το χειμερινό ηλιοστάσιο δεν συμβαίνει σήμερα στις 25 Δεκεμβρίου, όπως στην εποχή του Χριστού, αλλά στις 21 Δεκεμβρίου; Το πρόβλημα αρχίζει με το Ιουλιανό Ημερολόγιο που εισήγαγε ο Ιούλιος Καίσαρ το 44 π.Χ., το οποίο είχε όμως τις δικές του ατέλειες, γιατί έχανε μία ημέρα κάθε 128 χρόνια. Το Ιουλιανό, λοιπόν, ημερολόγιο είχε θεσπίσει το χειμερινό ηλιοστάσιο στις 25 Δεκεμβρίου, αλλά με την πάροδο των ετών το προστιθέμενο μικρό λάθος είχε μεταθέσει την πραγματική ημερομηνία της χειμερινής τροπής. Έτσι λοιπόν το 325 μ.Χ., το έτος που έγινε η Σύνοδος της Νίκαιας, το χειμερινό ηλιοστάσιο είχε μετατεθεί και συνέβαινε στις 22 Δεκεμβρίου. Η μετάθεση όμως του χειμερινού ηλιοστασίου συνεχίστηκε χωρίς να διορθωθεί μέχρι και το έτος 1582, οπότε η χειμερινή τροπή συνέβαινε στις 12 Δεκεμβρίου.
Τότε, ο Πάπας Γρηγόριος 13ος εισήγαγε μία νέα μεταρρύθμιση, γι’ αυτό και το νέο ημερολόγιο, αυτό που χρησιμοποιούμε σήμερα, ονομάζεται Γρηγοριανό, και χάνει μία μόνον ημέρα στα 4.000 χρόνια. Για να γίνει μια καινούργια αρχή, η Γρηγοριανή μεταρρύθμιση έτρεψε τη θέση του ημερολογίου προς τα εμπρός με βάση το έτος της Συνόδου της Νικαίας κι όχι το έτος εισαγωγής του Ιουλιανού ημερολογίου, το 44 π.Χ.. Γι’ αυτό και το χειμερινό ηλιοστάσιο συμβαίνει σήμερα στις 21 Δεκεμβρίου, και ο πρωταρχικός λόγος για τον εορτασμό των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου έχει πια χαθεί.