Η έννοια Retro-cognition (γνωστή και ως Χωροχρονική μετατόπιση) διατυπώθηκε από τον Frederic Myers και περιγράφει «τη γνώση/αντίληψη ενός παλαιού γεγονότος που δεν θα μπορούσε να γίνει αντιληπτό με κανονικά μέσα». Ως φαινόμενο δεν είναι εύκολο να εξακριβωθεί, μιας και δεν υπάρχουν καταγεγραμμένες πληροφορίες για τον τρόπο αντίληψης ή καταμέτρησής του. Μπορεί όμως να λειτουργήσει με τον ίδιο τρόπο που λειτουργεί το φαινόμενο των φαντασμάτων: «Το συμβάν αποτυπώνεται στο περιβάλλον με κάποιο ολογραφικά ψυχικό τρόπο μιας και τα πάντα αποτελούνται από ενέργεια Αυτή η ενέργεια των τραυματικών ή συχνά επαναλαμβανόμενων γεγονότων παραμένει καταγεγραμμένη στο περιβάλλον στο οποίο εμφανίστηκαν αρχικά». Για το φαινόμενο αυτό 3 περιπτώσεις έχουν καταγραφεί τις οποίες θα παρουσιάσουμε παρακάτω:
Περίπτωση Πρώτη
Η πιο δημοφιλής περίπτωση αφορά τα οράματα των Annie Moberly και Eleanor Jourdain το 1901 καθώς προσπάθησαν να βρουν το δρόμο τους στο ιδιωτικό Chateau της Μαρίας Αντουανέτας, το Petit Trianon, που αποτελούσε μέρος σταθμό των ταξιδιών τους. Περιηγήθηκαν στους κήπους του για αρκετή ώρα αφού χάθηκαν, για να ανακαλύψουν πως ήταν κλειστό για το κοινό. Στο γυρισμό, διέσχισαν μία οδό από την οποία δεν είχαν ξαναπεράσει. Καθοδόν παρατήρησαν ένα εγκαταλειμμένο αγροτόσπιτο και λίγο πιο κάτω μερικούς κηπουρούς από τους οποίους ζήτησαν οδηγίες με τις οποίες επέστρεψαν στο…..Petit Trianon το οποίο ήταν ανοιχτό! Εκεί ισχυρίζονται πως συνάντησαν την Μαρία Αντουανέτα την οποία δεν πλησίασαν και πως παραβρέθηκαν στην εκδήλωση που οργανώθηκε όπως επίσης ξεναγήθηκαν και στο ανάκτορο.
Αφού επέστρεψαν αποφάσισαν να δημοσιεύσουν το 1911 ένα βιβλίο όπου θα κατέγραφαν το ιστορικό της εμπειρίας τους με τον τίτλο “Περιπέτεια” στο οποίο περιέγραφαν με λεπτομέρειες τις τα γεγονότα όπως τα έζησαν. Πολλοί αμφισβήτησαν τα γραφόμενα του βιβλίου, εκ των οποίων και η Eleanor Sidgwick, κορυφαίο μέλος της Βρετανικής Εταιρείας Ψυχικής Έρευνας, η οποία μετά την ανάγνωση του βιβλίου, κατέληξε στο συμπέρασμα πως οι 2 γυναίκες παρανόησαν ορισμένες εμπειρίες που έζησαν.
Περίπτωση Δεύτερη
Το 1957, ως μέρος μιας άσκησης περιήγησης του εκπαιδευτικού ιδρύματος του βασιλικού ναυτικού στο Shotley της Αγγλίας, ανατέθηκε σε τρεις έφηβους ηλικίας 15 ετών (William Lang, Michael Crowley και Ray Baker) να βρουν το χωριό Kersey και να αναφέρουν όλα όσα είδαν. Αφού αναχώρησαν, αποφάσισαν να ακολουθήσουν το δρόμο για κάποιο χρονικό διάστημα και έπειτα έκοψαν από τα χωράφια. Δέκα λεπτά αργότερα, έβλεπαν το χωριό, τις στέγες των σπιτιών και τον ψηλό πύργο της εκκλησίας του Kersey. Επίσης, άκουγαν καθαρά τον ήχο των καμπάνων της εκκλησίας καθώς έφυγαν από τα χωράφια για να πάρουν τη διαδρομή προς τα κάτω στο χωριό. Αλλά καθώς πλησίασαν μέσα σε εκατό μέτρα, οι καμπάνες σταμάτησαν απότομα.
Τα αγόρια περπατούσαν σε μια μυστηριώδη σιωπή μέχρι που είδαν το χωριό. Αυτό που είδαν ήταν αρκετά διαφορετικό από το Kersey της σύγχρονης εποχής. Το ρέμα ήταν ακόμα εκεί, έτρεχε κάτω από το κέντρο του χωριού ενώ ο ασφάλτινος δρόμος δεν υπήρχε όπως και τα περισσότερα σπίτια. Στη θέση τους υπήρχε ένας χωματόδρομος με δύο ή τρεις κατοικίες με άσχημη εμφάνιση, διάσπαρτες στην αριστερή πλευρά του. Δεν υπήρχαν σπίτια ή εξοχικές κατοικίες στα δεξιά, μόνο ψηλά δέντρα. Το ρέμα διασχιζόταν από μια γέφυρα, η οποία δεν μοιάζει με τη γέφυρα που υπάρχει σήμερα. Δεν υπήρχαν σταθμευμένα αυτοκίνητα, τηλεφωνικές γραμμές, ραδιοφωνικές κεραίες που να παραπέμπουν σε έναν σύγχρονο τρόπο ζωής. Τα αγόρια αισθάνθηκαν άβολα και καταθλιπτικά. Ο τόπος είχε μια τρομερά δυσάρεστη αίσθηση χωρίς άνεμο, ήχους ή ακόμα και σκιές. Οι δύο παμπ του χωριού και όλα τα καταστήματα που βρίσκονταν έξω από το Kersey είχαν εξαφανιστεί.
Τα αγόρια είχαν το αίσθημα πως τα παρακολουθούν και τελικά αποφάσισαν να τρέξουν για τη ζωή τους. Γύρισαν σε μια γωνία στην κορυφή του δρόμου και σταμάτησαν για να κοιτάξουν. Ξαφνικά οι καμπάνες της εκκλησίας χτυπούσαν ενώ η ίδια η εκκλησία ήταν ορατή και το χωριό ήταν όπως πριν. Η ιστορία των αγοριών ερευνήθηκε από τον αντιπρόεδρο της Εταιρείας Ψυχικής Έρευνας του Λονδίνου (Society for Psychical Research), Andrew MacKenzie. Ο ίδιος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι με κάποιο ανεξήγητο τρόπο, είχαν ταξιδέψει πίσω στο μεσαίωνα όταν το Kersey είχε εγκαταλειφτεί βιαστικά μετά από ένα ξέσπασμα της πανώλης.
Περίπτωση Τρίτη
Η 3η περίπτωση δεν είναι τόσο εύκολο να επιβεβαιωθεί και αφορά την μαρτυρία-εμπειρία από την οδό Μαύρης Πέτρας του Κου Γιώργου Καμπουρίδη. Να τονίσουμε πως σύμφωνα με τους αστικούς μύθους που συνοδεύουν τη συγκεκριμένη οδό, κάθε δεκαπέντε μέρες λέγεται ότι ανοίγει μία πύλη που οδηγεί σε κάποια άλλη διάσταση, πιθανόν και σε κάποιον άλλο κόσμο. Παραμένει ανοιχτή για 15 λεπτά και αν δεν προλάβεις να βγεις, θα πρέπει να περιμένεις σε εκείνο το σημείο για δεκαπέντε μέρες μέχρι να ανοίξει ξανά η πύλη...
Κατά τον Κο Καμπουρίδη, περιπλανώμενος βρέθηκε σε εκείνη την οδό η οποία οδηγεί σε αδιέξοδο και αφού έκανε μερικά βήματα πίσω, ξαφνικά βρέθηκε κάπου αλλού! Βρήκε τον εαυτό του να περιπλανιέται στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης κατά την διάρκεια της Οθωμανικής Περιόδου. Υπήρχαν άμαξες και κολώνες με λυχνάρια λαδιού και στη σύντομη περιπλάνησή του παρατήρησε πως ο Λευκός πύργος ήταν σαν να είχε χτιστεί πρόσφατα από όπου ακούγονταν κραυγές αγωνίας και πόνου. Μόλις ένας στρατιώτης τον αντιλήφτηκε, του φώναξε και από το φόβο του έτρεξε και γύρισε σε εκείνο το σοκάκι από όπου άρχισαν όλα και επέστρεψε ξανά πίσω.
Επίλογος
Μπορούμε άραγε τη Χωροχρονική μετατόπιση (Retro-cognition) να την αντιμετωπίσουμε ως ένα φαινόμενο, όταν δεν έχουμε τα μέσα για να την αξιολογήσουμε; Οι 3 παραπάνω περιπτώσεις (που δεν είναι μοναδικές στον κόσμο…) θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη ως προσωπικές εμπειρίες; Οι ίδιοι που τα βίωσαν το θεωρούν ως ένα από τα πιο έντονα και τρομακτικά φαινόμενα και στη μετέπειτα πορεία της ζωής τους απέφυγαν τα μέρη αυτά να τα ξαναεπισκεπτούν.